LAMBASTE - ορισμός. Τι είναι το LAMBASTE
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι LAMBASTE - ορισμός


lambaste         
WIKTIONARY REDIRECT
[lam'be?st]
(also lambast -'bast)
¦ verb criticize harshly.
Derivatives
lambasting noun
Origin
C17 (in the sense 'beat'): from lam1 + baste3.
Lambaste         
WIKTIONARY REDIRECT
·vt To beat severely.
lambasted      
Confused, bewildered, surprised.
Katie was lambasted when Stephanie told her that her boyfriend punched her in the nose. Even though it was an accident. {Katie lambasted the boyfriend for hitting Stephanie, then lambasted Stephanie for taking it and looking for ways to excuse his behavior.} {If your boyfriend hits you, dump him. Then report him to the authorities for assault and battery. If it had been an accident, he wouldn't have been making a fist.}

Βικιπαίδεια

Lambaste
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για LAMBASTE
1. Advertisement However, she did lambaste Iran‘s behavior.
2. John McCain (Ariz.), appeared at a GOP response center here to lambaste Obama.
3. The Gur sect nonetheless decided to emphasize Gaydamak‘s donation, and use it to lambaste the government.
4. Greenspan‘s legacy÷ plenty to praise, less to lambaste Letters to the Editor What is this?
5. Israel‘s difficult overture Greenspan‘s legacy÷ plenty to praise, less to lambaste Letters to the Editor What is this?